Rigel
Ποτέ δεν ανάβετε τα φώτα. Πάντοτε παίζετε στα σκοτεινά. Η πόρτα της 11 είναι λες και ανοίγει σε μια άλλη διάσταση, σκοτεινή και υγρή, με μυρωδιά κλεισούρας και ιδρώτα σε μπλε χρώμα, και στη μέση η φιγούρες σας περικυκλωμένες από ήχους οξείς, γεμάτους αγκίδες, ήχους που δεν παίρνουν από όχι και παράπονα. Μπλε θυμός, μπλε ένταση, μπλε έρωτας…
Τα μάτια μου καρφώνονται πάντοτε πάνω σου. Η φιγούρα σου ψιλόλιγνη, λιγισμένη πάνω από τη κιθάρα, μάυρη κόντρα στο μπλε φως. Ίσως η διάσταση να είναι μπλε γιτί και η κιθάρα σου έχει το ίδιο χρώμα. Κάθομαι στη γωνιά μου και χάνομαι μέσα σου όσην ώρα εσύ χάνεσαι μέσα στη μουσική σου. Όταν πάιζεις δεν είσαι εκεί, ταξιδέυεις.. και γω ταξιδεύω μαζί σου.
Δεν μπορώ να σταματήσω να κοιτάζω τα χέρια σου με τουες καρπούς δεμένους με μαύρα περικάρπια, για να μην κολλάνε πάνω στη κιθάρα όπως μου εξήγησες αργότερα, με το ασημένιο δαχτυλίδι, τόσο σίγουρα, τόσο έντονα, τόσο μετρημένα.. Έχεις δύναμη, έχεις ψυχή, έχεις μαγεία εκείνη την ώρα… Μερικές φορές μου είναι τόσο επώδυνο να κάθομαι και να σε κοιτάζω, με ένα πόνο που με ωθεί να του αφήνομαι όλο και πιο πολύ…
Τις τελευταίες μέρες σχεδόν εθίστηκα στον ήχο της μέταλ όταν κάνατε πρόβα. Με το που άκουγα τα νταμς του Αντρέα ένοιωθα στα πόδια μου φτερά, κατέβαινα σχεδόν πετώντας τα σκαλιά προς την 11, κάθε κλάσμα του δευτερολέπτου των μερικών δευτερολέπτων μέχρι να φτάσω εκεί, αιώνας.. Κάτω ακριβώς από την αίθουσα μελέτης μου.. υπόγεια, υποσυνείδητα.. πάνω Μοτσαρτ και κάτω ο Ορίωνας… Στην επιφάνεια η χάρη, το χαμόγελο του καθως πρέπει savoir faire, η ηθική του φωτός, και στο βυθό η ένταση, ο πόθος, το θέλω της παράνοιας, το σκοτάδι του Σύμπαντος με τους ακατανόητους κανόνες…
Κάθομαι στη θεσούλα μου δίπλα απ΄τη πόρτα και το καφασωτό τη μόνωσης, παρέα με την επώδυνη γαλήνη μου και χάνω το χρόνο… Κομμάτι μετά το κομμάτι μέσα στο μπλε ημίφως και νοιώθω πως θα μπορούσα να μείνω εκεί για πάντα να σε ακούω.. να σε βλέπω.. να μιλάμε χωρίς λέξεις.. χωρίς αναστολές, γιατί η μουσική δεν έχει ηθική.. και οι μουσικοί την ώρα της πρόβας δεν είναι ακριβώς άνθρωποι, και μερικές φορές και οι ακροατές το ίδιο, οτιδήποτε ανθρώπινο δεν τους αγγίζει, δεν τους ορίζει ούτε τους καθορίζει… είναι ελεύθεροι…
Δεν θέλω να ανέβω πάνω.. δεν θέλω να γυρίσω στο φως.. ακόμα κι αν με περιμένει ένας Cittone και όχι ένας Μότσαρτ.. θέλω να μείνω μαζί σου στο μπλε ημίφως… κοντά στο σκοτάδι.. που μπορεί να καλύψει τα θεμέλια μας από τον υπόλοιπο κόσμο… μέσα στους ήχους που ραγίζουν τις λέξεις…
Όμως θα το κάνω… μας μάθανε να είμαστε πλάσματα του φωτός. Και ακόμα κι αν μερικοί δεν το μάθαμε ποτέ, οι υπόλοιποι μας τραβάνε αργά ή γρήγορα, με το ζόρι, στην επιφάνεια.. Βρίσκω εκείνο το μικρό κομματάκι του μυαλού μου που είναι ακόμα μπλε και σκοτεινό και χάνομαι μέσα του… με τη συγκέντρωσή μου στο Θέλω, αρχίζω να μελετάω το Πρέπει.. καταδικασμένη μελέτη…
Το Β’ του Ορίωνα, γνωστό και με το όνομα «Rigel» ή Beta Orionis, είναι το δεύτερο μεγαλύτερο αστέρι του αστερισμού.. Αποφάσισα να μην αρχίσω με το Α’ του Ορίωνα, τον Βetelgeuse (ο οποίος πρόκειται κάποια στιγμή να επακολουθήσει), επειδή πολύ απλά, αποδείχθηκε εξαιρετικά δύσκολος στο γράψιμο… Σε καμία περίπτωση η ανάποδη σειρά των ποστίων δεν έχει να κάνει με ελλειπείς αστρονομικές γνώσεις… γκρρ…